Αυτό είναι το σπίτι μου, παλιό, με ιστορία.
Λένε πως ήταν στρατώνας και, παλιότερα, μύλος.
Το βέβαιο είναι πως κρατάει στα σπλάχνα του τεράστια
πιθάρια και μυστικά και θορύβους
παράξενους.
Είχα μια παραμάνα που έβλεπε
το φάντασμα του παππού μου.
Ο παππούς μου ο Ραφαέλ με μουστάκια
οπερέτας, με κοιτούσε ατενώς
από το πορτραίτο του σαλονιού: εγώ πάντα
τον ένιωθα δίπλα μου, πίσω, πολύ κοντά,
σαν ένα σύγκρυο.
Τα μαντριά αφημένα σαν ζούγκλα
- φράχτες κι ερειπωμένες σιταποθήκες -,
δεντρομολόχες όλο και τσουκνίδες,
σφηκοφωλιές και φωλιές πουλιών,
είναι η δική μας Αρκαδία. Εδώ κυνηγάμε γάτες
και ψάχνουμε χαμένους θησαυρούς
και πηδάμε απ' τη σκεπή
με μια σπασμένη ομπρέλα' είμαστε Ινδιάνοι
καουμπόυδες και πειρατές.
Εδώ όλα μάς επιτρέπονται.
Αυτό είναι το σπίτι μου, πάντα ανοιχτό, χαρούμενο,
ευτυχισμένο με τις τρεχάλες και τις φωνές
των παιδιών που γελούν, χοροπηδούν, παίζουν
ακούραστα. Ημερήσιος παράδεισος
που τις νύχτες του χειμώνα
όταν φυσάει ο άνεμος λυσσασμένος
κι αφήνει το χωριό στο σκοτάδι,
κατοικείται από φαντάσματα που τα είχαμε προαισθανθεί,
απειλητικά βήματα και ίσκιους
που ενεδρεύουν στο σκοτάδι,
καθώς περνάει η νύχτα κι εγώ τουρτουρίζω
ένα κουβάρι μες στις κουβέρτες,
περιμένοντας να έλθει ο ήλιος αρωγός μου.
*********************************************************************************
Λένε πως ήταν στρατώνας και, παλιότερα, μύλος.
Το βέβαιο είναι πως κρατάει στα σπλάχνα του τεράστια
πιθάρια και μυστικά και θορύβους
παράξενους.
Είχα μια παραμάνα που έβλεπε
το φάντασμα του παππού μου.
Ο παππούς μου ο Ραφαέλ με μουστάκια
οπερέτας, με κοιτούσε ατενώς
από το πορτραίτο του σαλονιού: εγώ πάντα
τον ένιωθα δίπλα μου, πίσω, πολύ κοντά,
σαν ένα σύγκρυο.
Τα μαντριά αφημένα σαν ζούγκλα
- φράχτες κι ερειπωμένες σιταποθήκες -,
δεντρομολόχες όλο και τσουκνίδες,
σφηκοφωλιές και φωλιές πουλιών,
είναι η δική μας Αρκαδία. Εδώ κυνηγάμε γάτες
και ψάχνουμε χαμένους θησαυρούς
και πηδάμε απ' τη σκεπή
με μια σπασμένη ομπρέλα' είμαστε Ινδιάνοι
καουμπόυδες και πειρατές.
Εδώ όλα μάς επιτρέπονται.
Αυτό είναι το σπίτι μου, πάντα ανοιχτό, χαρούμενο,
ευτυχισμένο με τις τρεχάλες και τις φωνές
των παιδιών που γελούν, χοροπηδούν, παίζουν
ακούραστα. Ημερήσιος παράδεισος
που τις νύχτες του χειμώνα
όταν φυσάει ο άνεμος λυσσασμένος
κι αφήνει το χωριό στο σκοτάδι,
κατοικείται από φαντάσματα που τα είχαμε προαισθανθεί,
απειλητικά βήματα και ίσκιους
που ενεδρεύουν στο σκοτάδι,
καθώς περνάει η νύχτα κι εγώ τουρτουρίζω
ένα κουβάρι μες στις κουβέρτες,
περιμένοντας να έλθει ο ήλιος αρωγός μου.
*********************************************************************************
5 σχόλια:
όμορφο το σπίτι σου!
το αγάπησα πολύ!
πολύ "ζεστή" αφήγηση.. το ζηλεύω τέτοιο σπίτι (με την καλή έννοια)..
ΜΙΑ ΓΛΥΚΙΑ ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΣΑς ΕΥΧΟΜΑΙ
καλημέρα
άξιο
καλημερα σε όλους ...
και καλή εβδομαδα !!
αν δεν αγαπησουμε το σπίτιμας
θα πέσει να μας "πλακώσει"...
καλη δυναμη σε όλους σας !!!
Δημοσίευση σχολίου