Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Τα απολύτως απαραίτητα!...

 3 Πουλάκια


Το ένα πουλάκι:
Τα απολύτως απαραίτητα!
Τι σας θυμίζει αυτή η φράση;
Εμένα προσωπικά μου θυμίζει την αξέχαστη σκηνή που ο Λαλάκης (Βασίλης Λογοθετίδης) ετοιμάζεται να φύγει για ένα «επαγγελματικό» ταξίδι στη Θεσσαλονίκη, όπου, στο υποκατάστημα της εταιρείας, υπάρχουν «μεγάλες διαχειριστικές ανωμαλίες».
Όταν τον ρωτάει η Πόπη (Ίλια Λιβυκού) τι θα πάρει μαζί του και θέλει τη μεγάλη βαλίτσα, η απάντησή του είναι αποστομωτική:
«Τι θα πει τι θα πάρω; Τα απολύτως απαραίτητα θα πάρω, Πόπη μου. Τι θα πάρω; Το λαβομάνο θα πάρω μαζί μου;»
Βεβαίως, το τι ορίζει κανείς ως «απολύτως απαραίτητο» είναι σχετικό και… απολύτως υποκειμενικό.
Διότι ο Λαλάκης, για τρεις τέσσερις μέρες στη Θεσσαλονίκη, πήρε μαζί του εκτός από «καμιά καλτσούλα, κανένα μαντηλάκι…» ένα σκούρο κουστούμι, ένα σπορ, τις μεταξωτές του πιτζάμες και τις φανέλες τις αθλητικές, τις μεταξωτές, που είναι ασορτί με τα σωβρακάκια τα αθλητικά με το λαστιχάκι.
Γιατί όμως ξεκίνησα να σας τα λέω όλα αυτά;
Ξεκίνησα διότι άκουσα σε πολλά ρεπορτάζ από την εορταστική αγορά ένα παράπονο.
Ναι, παράπονο:
Οι καταναλωτές, λέει, φέτος θα ψωνίσουν τα… απολύτως απαραίτητα!
Και ρωτάω: Κακό είναι αυτό;
Δηλαδή είναι ωραίο πράγμα να βγαίνει κανείς στην αγορά και να αγοράζει ό,τι δει μπροστά του;
Αν κρίνω από το παράπονο που εξέφρασαν ρεπόρτερ και καταστηματάρχες, θα πρέπει να δεχτώ ότι τις προηγούμενες χρονιές αγοράζαμε όχι μόνο τα απαραίτητα αλλά και ένα σωρό περιττά πράγματα.
Το κακό ήταν ότι δεν τα αγοράζαμε με τα λεφτά που είχαμε στην τσέπη μας αλλά με εορτοδάνεια και κάρτες που τις υποχρεώναμε με αναλήψεις και αγορές που φανταζόμασταν ότι θα πληρωθούν εκ θαύματος.


Το άλλο πουλάκι:

Τώρα με πας σε άλλη ταινία.
Διότι ο Λογοθετίδης πάλι, στο «ένα βότσαλο στη Λίμνη», διαφωνεί με τη σύζυγό του περί του αναγκαίου και του περιττού.
Εκείνη φτάνει να υποστηρίξει πως το περιττό είναι εκείνο που ομορφαίνει τη ζωή, όπως ένας πίνακας ομορφαίνει τον τοίχο.
Ο Μανώλης υποστηρίζει ότι «αφού ομορφαίνει έναν τοίχο δεν είναι περιττό», για να συνειδητοποιήσει στο τέλος πως τα λεφτά που χάλασε στο γλέντι, στα λουλούδια και στα όργανα ήταν εκείνα που του έκαναν «άρχοντα».
Τι είναι, λοιπόν, απαραίτητο και τι περιττό;
Νομίζω πως το μέτρο το δώσαμε πριν, με το κατά πόσο ξοδεύουμε δικά μας χρήματα ή δανεικά.
Αν είναι δικά σου, τότε τίποτε δεν είναι περιττό και μάλιστα μπορείς να στολίσεις και τους τοίχους και το πάτωμα και ό,τι τραβάει η ψυχή σου.
Θα ήθελα όμως να βάλω και μία άλλη παράμετρο, αφού δεν μιλάμε γενικώς και αορίστως για κατανάλωση, αλλά για τη συμπεριφορά μας ως καταναλωτών τις μέρες των Χριστουγέννων.
Αν το δούμε έτσι, στο πνεύμα δηλαδή της Εκκλησίας μας, τότε θα δώσουμε άλλο ορισμό για το απαραίτητο και το περιττό.
Το Ευαγγέλιο είναι σαφές. Μια φάτνη μόνο χρειάζεται η ψυχή του ανθρώπου για να βρει την απαραίτητη ζεστασιά.
Μα, θα μου πείτε, εκτός από την ψυχή υπάρχει και το απαιτητικό σαρκίο μας.
Και γι’ αυτό όμως, το μέτρο το έδωσε και πάλι ο ίδιος ο Χριστός: Έναν χιτώνα χρειαζόμαστε. Ο δεύτερος είναι περιττός και καλό είναι να δοθεί σε κάποιον που τον έχει ανάγκη.

Και ένα τρίτο πουλάκι:

Ξέρω ότι είναι πολύ δύσκολο.
Έτσι που μάθαμε στα περιττά, φτάσαμε να σημαίνουν για μας Χριστούγεννα μόνο τα ρεβεγιόν, οι σαμπάνιες, οι ακριβές τουαλέτες, τα ρολόγια (υπάρχουν ακόμη σε όλα τα περιοδικά) που κοστίζουν όσο ένα αυτοκίνητο!
Ξαναλέμε, καλά είναι όλα αυτά, όμως, όπως έλεγε και μια παλιά, σοφή κουβέντα «να τρώμε, να πίνουμε, να έχουμε και το νου μας»!
Για άλλο το έλεγε, όμως εμείς μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε και στο παράδειγμα μας.
Χριστούγεννα σημαίνει και κάτι άλλο!
Όσο κι αν στρίμωξαν τα πράγματα, πάντοτε μπορεί να υπάρξει χώρος για λίγη αγάπη, λίγη ζεστασιά, λίγη αλληλεγγύη στους συνανθρώπους μας.
Υπάρχουν χιλιάδες γύρω μας που βρίσκονται σε πολύ χειρότερη θέση από εμάς.
Μπορούμε, λοιπόν, και φέτος να περάσουμε πλούσια Χριστούγεννα, αν ορίσουμε τον πλούτο κάπως διαφορετικά, σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοσή μας, κατά την οποία πλούσιος είναι… ο εν τα ολίγα αναπαυόμενος.
Καλά Χριστούγεννα.

από την εφημερίδα Χρονικά της Δράμας 23/12/2011

Χριστούγεννα...."Γεμάτη από κόσμο η αγορά..."



Γεμάτη από κόσμο η αγορά. Αρσενικοί, θηλυκοί, ουδέτεροι, όλοι έτρεξαν εκεί με τα καλάθια στο χέρι να τα γεμίσουν από κότες, πετεινούς, ινδιάνους με τις χρωματιστές κορδέλες, με φρούτα διάφορα τυλιγμένα μέσα στα χρυσά της γιορτής φύλλα. Είναι Χριστούγεννα. Είναι η μεγάλη εορτή που μας φέρνει ο χρόνος στο τελευταίο του ψυχορράγημα. Μια γυναίκα μ’ ένα παιδί στο χέρι γυρίζει μέσα σ’ όλον τον κόσμο, στριμώχνεται, σπρώχνει, σπρώχνεται και περνάει χαζεύοντας μπροστά σ’ όλα τα μαγαζιά. Το παιδάκι είναι γεμάτο χαρά. Βλέπει όλη εκείνη την εικόνα γελαστό και πότε πότε ρωτάει τη μαμά του για ό,τι του φαίνεται παράξενο. -Κοίτα, μαμά, τι ωραίος αυτός ο πετεινός. Αχ! τον επήρανε! Γιατί δεν τον παίρναμε μεις μαμά; Η Μάνα έκανε πως δεν άκουσε τίποτε. Επήγε ως το τέλος, εγύρισε, ξαναπήγε και εστάθηκε μπροστά σ’ ένα Χασάπικο. Έβγαλε ένα μισολερωμένο μαντήλι από την τσέπη της, έλυσε τον ακρινό κόμπο και άρχισε να μετράει τα νίκελ που ήτανε δεμένα μέσα. -Δως μου εκατό δράμια κρέας, είπε δειλά, δειλά στον κρεοπώλη. Και κείνος ιδρωμένος και κατακόκκινος σαν φουσκωμένος γάλλος, εγύρισε, της έριξε μια περιφρονητική ματιά και με τη χονδρή φωνή του της είπε: -Δεν πουλάμε, τέτοιες ώρες κυρά μου, εκατό δράμια. Εκείνη έριξε άλλη μια ματιά στο λυμένο κόμπο, ξαναμέτρησε τα νίκελ, έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό και εβγήκε στον άλλο δρόμο. Το παιδάκι εκοίταξε με απορία τη Μαμά του. -Γιατί, μαμά, δεν σούδωσε ο χασάπης κρέας; Η Μάνα αναστέναξε βαθύτερα. -Είναι Χριστούγεννα, παιδί μου, σήμερον και δεν έχει καιρό.
ΚΛΕΩΝ ΒΡΑΝΑΣ
Εφημερίδα «ΑΓΚΥΡΑ» Θεσσαλονίκης, 26/12/1915
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ (ΚΛΕΩΝ ΒΡΑΝΑΣ)
«ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΕΝΟΣ ΑΘΗΝΑΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥ (ΚΛΕΩΝ ΒΡΑΝΑΣ 1908-1940)»
*********************************************************************************

The little drummer boy Boney M


★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★  ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ ★¸.•*´¯`★★¸.•*´¯`★ 


Come, they told me pa-rum pum pum pum

Our newborn King to see, pa-rum pum pum pum
Our finest gifts we bring pa-rum pum pum pum
To lay before the King pa-rum pum pum pum
Rum pum pum pum. rum pum pum pum
So to honor Him pa-rum pum pum pum
When we come



Little Baby pa-rum pum pum pum

I am a poor boy too, pa-rum pum pum pum
I have no gift to bring pa-rum pum pum pum
That's fit to give our King pa- rum pum pum pum
Rum pum pum pum, rum pum pum pum
Shall I play for you, pa-rum pum pum pum
on my drum?



Mary nodded pa-rum pum pum pum

The Ox and Lamb kept time pa-rum pum pum pum
I played my drum for Him pa-rum pum pum pum
I played my best for Him pa -rum pum pum pum
Rum pum pum pum, rum pum pum pum
Then He smiled at me pa-rum pum pum pum
Me and my drum
*********************************************************************************