3 Πουλάκια
Το ένα πουλάκι:
Τα απολύτως απαραίτητα!
Τι σας θυμίζει αυτή η φράση;
Εμένα προσωπικά μου θυμίζει την αξέχαστη σκηνή που ο Λαλάκης (Βασίλης Λογοθετίδης) ετοιμάζεται να φύγει για ένα «επαγγελματικό» ταξίδι στη Θεσσαλονίκη, όπου, στο υποκατάστημα της εταιρείας, υπάρχουν «μεγάλες διαχειριστικές ανωμαλίες».
Όταν τον ρωτάει η Πόπη (Ίλια Λιβυκού) τι θα πάρει μαζί του και θέλει τη μεγάλη βαλίτσα, η απάντησή του είναι αποστομωτική:
«Τι θα πει τι θα πάρω; Τα απολύτως απαραίτητα θα πάρω, Πόπη μου. Τι θα πάρω; Το λαβομάνο θα πάρω μαζί μου;»
Βεβαίως, το τι ορίζει κανείς ως «απολύτως απαραίτητο» είναι σχετικό και… απολύτως υποκειμενικό.
Διότι ο Λαλάκης, για τρεις τέσσερις μέρες στη Θεσσαλονίκη, πήρε μαζί του εκτός από «καμιά καλτσούλα, κανένα μαντηλάκι…» ένα σκούρο κουστούμι, ένα σπορ, τις μεταξωτές του πιτζάμες και τις φανέλες τις αθλητικές, τις μεταξωτές, που είναι ασορτί με τα σωβρακάκια τα αθλητικά με το λαστιχάκι.
Γιατί όμως ξεκίνησα να σας τα λέω όλα αυτά;
Ξεκίνησα διότι άκουσα σε πολλά ρεπορτάζ από την εορταστική αγορά ένα παράπονο.
Ναι, παράπονο:
Οι καταναλωτές, λέει, φέτος θα ψωνίσουν τα… απολύτως απαραίτητα!
Και ρωτάω: Κακό είναι αυτό;
Δηλαδή είναι ωραίο πράγμα να βγαίνει κανείς στην αγορά και να αγοράζει ό,τι δει μπροστά του;
Αν κρίνω από το παράπονο που εξέφρασαν ρεπόρτερ και καταστηματάρχες, θα πρέπει να δεχτώ ότι τις προηγούμενες χρονιές αγοράζαμε όχι μόνο τα απαραίτητα αλλά και ένα σωρό περιττά πράγματα.
Το κακό ήταν ότι δεν τα αγοράζαμε με τα λεφτά που είχαμε στην τσέπη μας αλλά με εορτοδάνεια και κάρτες που τις υποχρεώναμε με αναλήψεις και αγορές που φανταζόμασταν ότι θα πληρωθούν εκ θαύματος.
Το άλλο πουλάκι:
Τώρα με πας σε άλλη ταινία.
Διότι ο Λογοθετίδης πάλι, στο «ένα βότσαλο στη Λίμνη», διαφωνεί με τη σύζυγό του περί του αναγκαίου και του περιττού.
Εκείνη φτάνει να υποστηρίξει πως το περιττό είναι εκείνο που ομορφαίνει τη ζωή, όπως ένας πίνακας ομορφαίνει τον τοίχο.
Ο Μανώλης υποστηρίζει ότι «αφού ομορφαίνει έναν τοίχο δεν είναι περιττό», για να συνειδητοποιήσει στο τέλος πως τα λεφτά που χάλασε στο γλέντι, στα λουλούδια και στα όργανα ήταν εκείνα που του έκαναν «άρχοντα».
Τι είναι, λοιπόν, απαραίτητο και τι περιττό;
Νομίζω πως το μέτρο το δώσαμε πριν, με το κατά πόσο ξοδεύουμε δικά μας χρήματα ή δανεικά.
Αν είναι δικά σου, τότε τίποτε δεν είναι περιττό και μάλιστα μπορείς να στολίσεις και τους τοίχους και το πάτωμα και ό,τι τραβάει η ψυχή σου.
Θα ήθελα όμως να βάλω και μία άλλη παράμετρο, αφού δεν μιλάμε γενικώς και αορίστως για κατανάλωση, αλλά για τη συμπεριφορά μας ως καταναλωτών τις μέρες των Χριστουγέννων.
Αν το δούμε έτσι, στο πνεύμα δηλαδή της Εκκλησίας μας, τότε θα δώσουμε άλλο ορισμό για το απαραίτητο και το περιττό.
Το Ευαγγέλιο είναι σαφές. Μια φάτνη μόνο χρειάζεται η ψυχή του ανθρώπου για να βρει την απαραίτητη ζεστασιά.
Μα, θα μου πείτε, εκτός από την ψυχή υπάρχει και το απαιτητικό σαρκίο μας.
Και γι’ αυτό όμως, το μέτρο το έδωσε και πάλι ο ίδιος ο Χριστός: Έναν χιτώνα χρειαζόμαστε. Ο δεύτερος είναι περιττός και καλό είναι να δοθεί σε κάποιον που τον έχει ανάγκη.
Και ένα τρίτο πουλάκι:
Ξέρω ότι είναι πολύ δύσκολο.
Έτσι που μάθαμε στα περιττά, φτάσαμε να σημαίνουν για μας Χριστούγεννα μόνο τα ρεβεγιόν, οι σαμπάνιες, οι ακριβές τουαλέτες, τα ρολόγια (υπάρχουν ακόμη σε όλα τα περιοδικά) που κοστίζουν όσο ένα αυτοκίνητο!
Ξαναλέμε, καλά είναι όλα αυτά, όμως, όπως έλεγε και μια παλιά, σοφή κουβέντα «να τρώμε, να πίνουμε, να έχουμε και το νου μας»!
Για άλλο το έλεγε, όμως εμείς μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε και στο παράδειγμα μας.
Χριστούγεννα σημαίνει και κάτι άλλο!
Όσο κι αν στρίμωξαν τα πράγματα, πάντοτε μπορεί να υπάρξει χώρος για λίγη αγάπη, λίγη ζεστασιά, λίγη αλληλεγγύη στους συνανθρώπους μας.
Υπάρχουν χιλιάδες γύρω μας που βρίσκονται σε πολύ χειρότερη θέση από εμάς.
Μπορούμε, λοιπόν, και φέτος να περάσουμε πλούσια Χριστούγεννα, αν ορίσουμε τον πλούτο κάπως διαφορετικά, σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοσή μας, κατά την οποία πλούσιος είναι… ο εν τα ολίγα αναπαυόμενος.
Καλά Χριστούγεννα.
από την εφημερίδα Χρονικά της Δράμας 23/12/2011
Προσπαθώ να μπω στην θέση σου και να δω το θέμα από την δική σου οπτική γωνία. Όπως το βλέπω κι από την θέση του εκπαιδευτικού. Κι από την θέση του ψυχολόγου-κοινωνικού λειτουργού. Όπως και από την θέση μιας νεαρής κοπέλας, που με δυσκολία μπήκε στο πόστο αυτό, με διαπραγματεύσεις από το υπουργείο λόγω του νεαρού της ηλικίας μου και των υψηλών μου διακρίσεων. Προσπάθησα...
Μετά ανοίγω τα μάτια και κοιτάω τριγύρω μου. Σκέφτομαι τον πληθυσμό με τον οποίο μένω - γιατί ΔΕΝ δουλεύω εδώ. Μένουμε μαζί με τα παιδιά. 24 ώρες το εικοσιτετράωρο. Επτά ημέρες την εβδομάδα. Βλέπω τους λευκούς από χλωρίνη τοίχους, τους διαδρόμους, τα κρεβάτια... Και θυμάμαι εικόνες από ορφανοτροφεία στην Ελλάδα, όσο ταπεινά κι αν ήταν, με ροζ κρεβατάκια και εμπριμέ τοίχους. Και ξέρεις τι βλέπω; Ότι λείπει το χρώμα από την ζωή μας.. κι αυτή η έννοια της οικογένειας. Πολύ πιθανόν κι από την δική σου, για να είσαι τόσο αρνητικός/ή και να το βλέπεις ως αυθαιρεσία.
Και όχι, τα παιδιά εδώ δεν είναι κατ'ανάγκη ορφανά. Είναι θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, συνήθως από τους ίδιους τους τους γονείς ή από την Εκκλησία (άλλη καυτή πατάτα κι αυτή!). Ή παιδιά εθισμένων γονέων, τα οποία εθίστηκαν στα ναρκωτικά από βρέφη και τώρα βρίσκονται μαζί μας. Το υπουργείο τα απομάκρυνε από τις οικογένειές τους για να τα "σώσει". Και τα πέταξε εδώ...
Έχει τύχει ποτέ να μείνεις σε ένα δωμάτιο 3Χ4; Ξέρεις πως είναι να περνάς όλη σου την ημέρα σε ένα τέτοιο κατάλευκο δωμάτιο; Γιατί εγώ διάλεξα να κοιμάμαι σε ένα από τα δωμάτια των παιδιών κι όχι στον χώρο των υπεύθυνων... με το δικό μου σαλόνι και τηλεόραση ή γραφείο. Ονομάζεται ισότητα. Όσες φορές συζήτησα με τα παιδιά για τις εγκαταστάσεις, πήρα πάντα τις ίδιες απαντήσεις. Πολύ λευκό. Πολύ άδειο. Πολύ στενόχωρο. Πολύ μουντό. Πολύ σιωπηλό. Πολύ ξένο. Πολύ αδιάφορο... Λοιπόν, τους λέω κάθε φορά, τι λέτε να το κάνουμε δικό μας;
Η αυθαιρεσία βρίσκεται μονάχα στα μάθια του κατόχου της.. Τώρα εάν έπρεπε να'χαμε μεγαλώσει και σε ορφανοτροφεία για να ανέβουμε στα μάθια σου, συγγνώμη αλλά δεν το ήξερα.
Με εκτίμηση,
Αγριμιώ